Ανοσολογικοί Παράγοντες
"Αλλοάνοσοι - Αυτοάνοσοι το φαινόμενο του παραδόξου της κύησης
θεραπεία: φαρμακευτική, ανοσοκαταστολή ή ανοσοδιέγερση"
By: Γεωργόπουλος Ι. Γεώργιος
.
ΑΝΟΣΟΛΟΓΙΚΟΙ
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
(αυτοάνοσοι,
αλλοάνοσοι)
ΑΛΛΟΑΝΟΣΟΙ
Καθε
κύτταρο ζωντανού οργανισμού ζεί σε γειτνίαση και συνεργασία με όλα τα διπλανά του. Γ ια να
επιτευχθεί αυτή η καλή γειτνίαση και συμβίωση πρέπει το καθένα από αυτά να αναγνωρίζει το διπλανό του
ως αδελφικό ή φιλικό,
Διαφορετικά θα ξεκινούσε
την διαδικασία της επίθεσης εναντίον του.
Αυτό επιτυγχάνεται με την
έκφραση των αντιγόνων ιστοσυμβατότητας στην επιφάνεια κάθε κυττάρου. Θεωρείστε οτι τα
αντιγόνα ιστοσυμβατότητας είναι ένας μοναδικός αριθμός ταυτότητας τον οποίο έχει κολλημένο κάθε κύτταρο στην
εξωτερική του επιφάνεια (κυτταρική μεμβράνη). Αυτή η κοινή ταυτότητα των κυτταρων σε κάθε ζωντανό οργανισμό
τα κανει να αναγνωρίζονται μεταξύ τους και να συνεργάζονται σε επίπεδο ιστών, οργάνων και τελικα οργανισμού.
Αυτός ο μηχανισμός επιτρέπει να αναπτυχθούν μηχανισμοί προστασίας σε οποιονδήποτε
παράγοντα αναγνωρίζεται ως ξένος. Ξένος (άλλος) επομένως είναι οτι έχει και εκφράζει
διαφορετικό αντιγόνο ιστοσυμβατότητας (διαφορετικο αριθμο ταυτότητας). Επάνω σε αυτήν την αρχή κάθε
οργανισμός αναπτύσει ένα πολύπολκο σύστημα προστασίας σε οτιδήποτε ξενο αρχίζοντας
πάντα απο την αναγνώριση απο μια ομάδα εξειδικευμένων κυττάρων τοπικά αλλά και στό αίμα. Μετά την αναγνώριση
μεθοδεύεται η απάντηση με χυμικούς (ουσίες που ταξιδεύουν στον χυμό - αιματικο πλάσμα
και μεσοκυτταρια υγρά) και κυτταρικούς μηχανισμούς. Ετσι οτιδήποτε ξένο-αλλο (ξένη
πρωτείνη, ιος, μικρόβιο, ξενο κύτταρο) μέσα απο την διαδικασία αναγνώριση- απάντηση αντιμετωπίζεται είτε
φιλικά είτε εχθρικά.
Το
έμβρυο επειδή προέρχεται από την ανάμειξη γενετικου υλικού μητέρας-πατέρα είναι
κατά 50% «ξένο» ως προς την μητέρα, κι’αυτό γιατί τα αντιγόνα ιστοσυμβατότητας του
έχουν περίπου τον μισό αριθμό ταυτότητας του πατέρα και τον μισό της μητέρας.
Οι μοναδικοί ιστοί που
έρχονται σε επαφή μεταξύ μητέρας και εμβρυικου σάκκου (ο σάκκος μέσα στον οποίο αναπτύσεται το έμβρυο) είναι
τα κύτταρα της τροφοβλάστης και του χορίου (εξωτερικη επιφάνεια του σάκκου) απο την πλευρά του εμβρύου και τα
κύτταρα του φθαρτού (τροποποιημένα κύτταρα του ενδομητρίου) απο την πλευρά της μητέρας. Και αυτοί οι
εμβρυικης προέλευσης ιστοί φέρουν αντιγόνα ιστοσυμβατότητας τα οποία όμως ανήκουν σε άλλη κατηγορία και
μοιάζουν με αυτά του κυττάρων του σώματος του εμβρύου.
Εδώ ξεκινά η
ανοσολογική παραδοξότητα της κύησης. Ενώ έχουμε σε επαφή δύο ξενους κυτταρικούς
πληθυσμούς οι περισσότερες κυήσεις δεν οδηγούνται σε ανοσολογική απόρριψη. Αρκετοι από τους ερευνητές
θεωρούν οτι η έναρξη του τοκετού είναι ένα ανοσολογικό γεγονός πού ξεκινά με την αναγνώριση του ξένου
ιστού και την απόρριψή του (δηλ. τον τοκετό).
Η διάγνωση γίνεται με
εξειδικευμένες αιματολογικές εξετάσεις της μέλλουσας εγκύου σε συνδυασμό με λήψη αίματος από τον σύζυγο
(ο βασικός έλεγχος καλύπτεται από τον ΕΟΠΥΥ). Θεραπευτικά ακολουθούμε πρωτόκολλα ανοσοκαταστολής (χορήγηση ανοσοσφαιρίνης) ή
ανοσοδιέγερσης (εμβόλια από κυτταρα του συζύγου
Lymphocyte immune therapy LIT).
ΑΥΤΟΑΝΟΣΟΙ
Μερικές φορές, στα πλαίσια
των ανοσολογικών απαντήσεων του οργανισμού, το ίδιο το σώμα μας αναγνωρίζει τμήματα ιστών ή συγκεκριμένους
ιστούς σαν ξένους και ξεκινά επίθεση εναντίον τους. Αυτές είναι καταστάσεις με την γενικότερη ονομασία
αυτοάνοσα νοσήματα και το εύρος τους ξεκινά από τα κλασσικά νοσήματα του κολλαγόνου (ερυθηματώδης λύκος,
ρευματοειδής αρθρίτις, σκληρόδερμα κλπ) και ολοκληρώνεται με την ανίχνευση
αυτοαντισωμάτων εναντίον κυττάρων ή τμημάτων των κυττάρων (πυρήνας, μιτοχόνδρια,
μεμβράνη).
Οι καταστάσεις αυτές
εκδηλώνονται κλινικά με την καταστροφική απάντηση σε κυτταρικές ομάδες συγκεκριμμένων ιστών του οργανισμού
μας είτε σε όποιον ιστό μοιάζει ανοσολογικά (εμβρυικος ιστος, εφόσον αναφέραμε οτι μοιράζεται τον αριθμό
ταυτότητας του οργανισμού της μητέρας). Διαγνωστικά ελέγχουμε την ύπαρξη αυτοαντισωμάτων ενώ θεραπευτικά η
αντιμετώπιση κινείται μεταξύ των θεραπειών των αλλοανόσων αιτιών και της θρομβοφιλίας όπως θα αναφέρουμε
παρακάτω.
• Αντιφωσφολιπιδικό
σύνδρομο
Τα φωσφολιπίδια είναι
μοριακά συστατικά των κυτταρικών μεμβρανών όλων των κυττάρων. Αντισώματα κατα των φωσφολιπιδίων επηρεάζουν τη
λειτουργικότητα των κυττάρων ως χυμικοι παράγοντες, και προκαλουν κυτταρικές αντιδράσεις (χωρίς την παρουσία
μικροβίων - άσηπτη φλεγμονή) όπως και αύξηση της πηκτικότητας του αίματος.
Εχει βρεθεί οτι οποιαδήποτε
καταστροφή ιστού (ακόμη και ένας μικροτραυματισμός με το μαχαίρι της κουζίνας) σε κυτταρικό επίπεδο οδηγεί
στο σχηματισμό αντισωμάτων ενάντια σε φωσφολιπίδια, τα οποία καλούνται αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα. Αυτά
είναι: Καρδιολιπίνη, αιθανολαμίνη, γλυκερόλη, νοσιτόλη, φωσφατιδικό οξύ, σερίνη. 1 στις 5 περίπου γυναίκες με
αποβολές έχουν αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα. Η σερίνη και αιθανολαμίνη είναι πολύ σημαντικά φωσφολιπίδια
γιατί παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία μετατροπής της κυτταροτροφοβλάστης σε συγκυτιοτροφοβλάστη και
χρησιμεύουν σαν μόρια προσκόλλησης του πλακούντα στο ενδομήτριο κατά τη διαδικασία της
εμφύτευσης.
Είναι ο πλέον μελετημένος τομέας και διαγνωστικά και
θεραπευτικά. Η αντιμετώπιση είναι φαρμακευτική
(διαβάστε επίσης: Νέες απόψεις Σε Παθογένεια, Διάγνωση και Θεραπεία των αντιφωσφολιπιδικό
σύνδρομο)
• ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΩΣΗ
Στα πλαίσια των αυτοανόσων
αιτίων θα αναφέρουμε και την ενδομητρίωση. Η ενδομητρίωση είναι μία κλινική και παθολογική οντότητα που
χαρακτηρίζεται από την έκτοπη ανάπτυξη ενδομητρικού
ιστού (αδένων και στρώματος) εκτός
της μήτρας.
|
Σε πρόσφατες μελέτες
υποστηρίζεται ότι σε γυναίκες με ενδομητρίωση παράγονται αυτοαντισώματα. Αυτές οι ανοσοβιολογικές διαταραχές,
όμως, της ενδομητρίωσης πιθανώς συντελούν στην εμφάνιση στείρωσης σε αυτές τις γυναίκες και σε αυξημένο
ποσοστό αυτόματων αποβολών. Αυτό το τελευταίο δεδομένο είναι υπό έρευνα, αφού δεν έχει ακόμη αποδειχθεί σαφής
συσχέτιση της ενδομητρίωσης και της πρόκλησης καθ’ έξιν αποβολών. Η διάγνωση τίθεται με λαπαροσκόπηση.
Θεραπευτικά ακολουθείται φαρμακευτική ή χειρουργική αντιμετώπιση αλλά και
συνδυασμός τους.
|